Η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε δύσκολη θέση, σύμφωνα με την επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία μεταξύ οικονομολόγων και επιχειρηματιών ότι η επιβράδυνση του πληθωρισμού που καταγράφεται σημαίνει ότι η χειρότερη από τις περσινές κρίσεις μπορεί να έχει ήδη τελειώσει.
Από την Anna Cooban/CNN
Η Kristalina Georgieva, διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ, δήλωσε την Παρασκευή ότι οι συνθήκες στην παγκόσμια οικονομία ήταν «λιγότερο κακές» από ό,τι φοβόμασταν πριν από μερικούς μήνες, αλλά θα μπορούσε να υπάρχει περαιτέρω πόνος.
Απευθυνόμενη σε πάνελ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας, η Kristalina Georgieva τόνισε ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων από τις μεγάλες οικονομίες του κόσμου «δεν έχουν ακόμη δείξει ακόμα την επίδραση τους» και ότι θα μπορούσαν να αυξήσουν την ανεργία –μια κατάσταση στην οποία οι κυβερνήσεις με περιορισμένα μετρητά θα δυσκολευτούν να ανταποκριθούν επαρκώς.
«Είναι πολύ διαφορετικό για έναν καταναλωτή να έχει [μια] κρίση κόστους ζωής και εργασίας, από το να έχει [μια] κρίση κόστους ζωής και χωρίς εργασία», είπε.
Πέρυσι, οι περισσότερες από τις κεντρικές τράπεζες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρχισαν επιθετικά να αυξάνουν τα επιτόκια σε μια προσπάθεια να ελέγξουν τον εκρηκτικό πληθωρισμό που προκλήθηκε, σε μεγάλο βαθμό, από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία η οποία εκτόξευσε τις τιμές της ενέργειας στα ύψη.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Christine Lagarde δεσμεύτηκε, κατά τη διάρκεια της συζήτησης της Παρασκευής, να «παραμείνει στην ίδια πορεία», αυξάνοντας το κόστος δανεισμού προκειμένου να μειωθεί ο πληθωρισμός στο στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας.
Από την πλευρά της, η Fed παραμένει επίσης επικεντρωμένη στην επίτευξη του στόχου του 2%. Η πολιτική θα πρέπει να παραμείνει περιοριστική για «κάποιο χρονικό διάστημα», δήλωσε την Πέμπτη ο αντιπρόεδρος της Fed, Lael Brainard. «Είμαστε αποφασισμένοι να παραμείνουμε στην ίδια πορεία».
Και οι επικεφαλής του ΔΝΤ και της ΕΚΤ προειδοποίησαν ότι το άνοιγμα της οικονομίας της Κίνας μετά την εγκατάλειψη της αυστηρής πολιτικής της της μηδενικής Covid απειλεί να ανεβάσει τις τιμές των εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, καθώς η ζήτηση θα αυξάνεται αργότερα φέτος.
«Η ποσότητα LNG [υγροποιημένου φυσικού αερίου] που [η Κίνα] θα αγοράζει από τον υπόλοιπο κόσμο θα είναι υψηλότερη από ό,τι έχουμε δει… θα υπάρξει μεγαλύτερη πληθωριστική πίεση που θα προέλθει από αυτή την προστιθέμενη ζήτηση σε εμπορεύματα, και συγκεκριμένα στην ενέργεια», είπε η Lagarde. Αυτό θα μπορούσε να επιβαρύνει την παγκόσμια ανάπτυξη, η οποία σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ τον Οκτώβριο θα υποχωρήσει στο 2,7% φέτος, από 3,2% το 2022.
Ακόμα κι έτσι, οικονομολόγοι και ηγέτες των επιχειρήσεων έχουν επισημάνει τις τελευταίες εβδομάδες ότι η παγκόσμια οικονομία μπορεί να βρίσκεται σε μια ελπιδοφόρα καμπή. Ο πληθωρισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη τείνει προς τα κάτω, τα σημεία συμφόρησης στην εφοδιαστική αλυσίδα μειώνονται και ο κίνδυνος της συρρίκνωσης της ενέργειας στην Ευρώπη αυτό το χειμώνα έχει αποφευχθεί. Το άνοιγμα της Κίνας έχει βοηθήσει τις αγορές στην Ασία να ενισχυθούν.
Η Lagarde είπε ότι οι οικονομίες μετακινούνται από «αμυντική στάση… σε κατάσταση ανταγωνισμού». «Άρα κάτι πρέπει να βελτιώνεται», πρόσθεσε.