kourdistoportocali.comNews DeskNew York Times> Πόσο συνέβαλε τελικά η απληστία των μεγάλων εταιρειών στην αύξηση του πληθωρισμού;

Γράφει ο Peter Coy

New York Times> Πόσο συνέβαλε τελικά η απληστία των μεγάλων εταιρειών στην αύξηση του πληθωρισμού;

- Οι εταιρείες άδραξαν την ευκαιρία της ισχυρής ζήτησης και της χαμηλής προσφοράς προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους

Οι αυξημένες τιμές και τα κέρδη των επιχειρήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες πέρυσι ήταν τα υψηλότερα, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1950, σύμφωνα με μία ανάλυση που δημοσιεύθηκε την Τρίτη από το Ινστιτούτο Roosevelt, μία δεξαμενή σκέψης. Αυτό εγείρει ερωτήματα σχετικά με μια πιθανή σχέση μεταξύ της απληστίας των εταιρειών και του πληθωρισμού.

Από τον Peter Coy/New York Times

Αλλά δεν είναι μια απλή ιστορία, σύμφωνα με την οποία οι επιχειρήσεις ανεβάζουν τις τιμές προκειμένου να κερδίσουν περισσότερα χρήματα, μου είπε ο Mike Konczal, ένας από τους συγγραφείς της ανάλυσης, ο οποίος είναι διευθυντής μακροοικονομικής ανάλυσης του ινστιτούτου. «Είναι η απληστία ο μοναδικός ή ο κύριος λόγος για τον πληθωρισμό;», ρώτησα. «Θα έλεγα όχι. Είναι μέρος του μείγματος των αιτιών που πρέπει να ληφθούν υπόψη».

Η έρευνα του Ινστιτούτου Roosevelt ρίχνει φως σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά ζητήματα του 2022: Ποια είναι η κύρια αιτία του σημερινού υψηλού πληθωρισμού; Η ισχυρή ζήτηση, οι ελλείψεις προσφοράς ή η αύξηση των περιθωρίων κέρδους; Όσοι επικαλούνται την ισχυρή ζήτηση κατηγορούν την κυβέρνηση Biden, το Κογκρέσο και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ για την υπερδιέγερση της οικονομίας. Όσοι αναφέρουν τις ελλείψεις στις προμήθειες υποδεικνύουν τις διαταραχές που προκαλούνται από ανωμαλίες όπως η πανδημία Covid-19 και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τέλος, οι εχθροί της μεγαλοσύνης των εταιρειών επικεντρώνονται στη θεωρία του υπερβάλλοντος κέρδους.

Υπάρχουν κάποια στοιχεία και για τις τρεις εξηγήσεις, σύμφωνα με το άρθρο «Prices, Profits and Power: An Analysis of 2021 Firm-Level Markups», από τον Konczal και τον Niko Lusiani, διευθυντή της ομάδας εταιρικής ισχύος του Ινστιτούτου Roosevelt.

Το παραπάνω διάγραμμα δείχνει το περιθώριο καθαρού κέρδους των εταιρειών, μετά από φόρους, διαιρούμενο με τις πωλήσεις τους. Οι Konczal και Lusiani χρησιμοποίησαν δεδομένα από την Compustat της S&P Global που χρονολογούνται από το 1955. Εξέτασαν επίσης τις αυξήσεις των τιμών των εταιρειών, τη διαφορά δηλαδή μεταξύ των τιμών που χρεώνουν και του οριακού τους κόστους, το οποίο ορίζουν ως το κόστος των πωληθέντων αγαθών και της εργασίας, αλλά όχι έξοδα πωλήσεων, γενικών και διοικητικών εξόδων.

Ως υποστηρικτικό της άποψης της ισχυρής ζήτησης και της σχέσης με τον πληθωρισμό αποτελεί το γεγονός ότι οι αυξήσεις ήταν ήδη ευρέως διαδεδομένες μεταξύ πολλών τύπων και μεγεθών εταιρειών, υποδηλώνοντας ότι η οικονομική ισχύς της ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στις αυξήσεις των τιμών, ανέφεραν οι συγγραφείς της ανάλυσης.

Ταυτόχρονα, οι προσαυξήσεις ενισχύθηκαν πιο έντονα σε κλάδους που παρουσίασαν διαταραχές, υποδεικνύοντας ότι τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι επίσης ένας παράγοντας πληθωρισμού. Μεταξύ των τομέων με μεγάλες αυξήσεις ήταν τα ακίνητα, τα ορυχεία, τα λατομεία και η εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου (η μεγαλύτερη αύξηση που βρήκαν οι συγγραφείς ήταν στα χρηματοοικονομικά και τις ασφάλειες, κάτι που είναι λίγο περίεργο).

Η τρίτη εξήγηση, τα αυξανόμενα περιθώρια κέρδους, δεν είναι μία εναλλακτική θεωρία αλλά μάλλον συμπλήρωμα στις εξηγήσεις της ζήτησης και της προσφοράς. Αυτή μάς λέει ότι οι εταιρείες άδραξαν την ευκαιρία της ισχυρής ζήτησης και της χαμηλής προσφοράς προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους. Ως υποστηρικτικό της συγκεκριμένης θεωρίας είναι το εύρημα των συγγραφέων ότι οι εταιρείες που αύξησαν τις τιμές πριν από το 2021 ήταν οι πιο πιθανές να αυξήσουν τις τιμές τους το 2021. Αυτό δείχνει ότι είχαν μια θέση στην αγορά που τους διευκόλυνε να επιβάλλουν αυξημένες τιμές αυξάνει και να τις καθιερώσουν.

Οι Konczal και Lusiani χρησιμοποίησαν μια μεθοδολογία που αναπτύχθηκε για ένα άρθρο με επιρροή, το «The Rise of Market Power and the Macroeconomic Implications», από τους Jan De Loecker, Jan Eeckhout και Gabriel Unger, το οποίο δημοσιεύτηκε στο The Quarterly Journal of Economics το 2020.

«Η μεγάλη διαφορά είναι ότι εκείνοι βρίσκουν μια σταδιακή αύξηση από το 1980 έως το 2015», είπε ο Konczal, συγκρίνοντας την προηγούμενη έρευνα με τα ευρήματά του και του Lusiani. «Αυτή είναι μια πολύ απότομη και ξαφνική αλλαγή που συνέβη το 2021».

Ρώτησα τον Konczal για το τι πιστεύει ότι υπονοεί η ανάλυση του Roosevelt για τη δημόσια πολιτική. Είπε ότι δείχνει πως «υπάρχει περιθώριο να μειωθούν αυτά τα περιθώρια κέρδους» μέσω του ανταγωνισμού, της επιβολής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας ή προεδρικής εντολής. Είπε ότι υπάρχουν ήδη ενδείξεις στα στοιχεία των εθνικών οικονομικών δεδομένων -που δεν περιλαμβάνονται στο έγγραφο Roosevelt- ότι τα περιθώρια κέρδους υποχώρησαν λίγο το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους από την πρόσφατη αιχμή τους και ενδέχεται να συρρικνωθούν περισσότερο. Το έγγραφο υποστηρίζει επίσης το επιχείρημα των νομοθετικών και διοικητικών παρεμβάσεων προκειμένου να ανοίξουν τα σημεία συμφόρησης στις αλυσίδες εφοδιασμού και ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα να είναι «πιο υπομονετική και λιγότερο ασταθής» στην αύξηση των επιτοκίων, είπε.

SHARE

Περισσότερα

MORE NEWS DESK