kourdistoportocali.comNews DeskΓιατί το Συνέδριο με θέμα το Χρέος που διοργάνωσε ο Γιάννης Στουρνάρας είναι εκρηκτικής σημασίας

Breaking News

Γιατί το Συνέδριο με θέμα το Χρέος που διοργάνωσε ο Γιάννης Στουρνάρας είναι εκρηκτικής σημασίας

Συνέδριο της Τράπεζας της Ελλάδος με θέμα «Δημόσιο Χρέος: Μαθήματα του παρελθόντος, Προκλήσεις του μέλλοντος»

Καθώς ο Jerome Powell της FED δηλώνει ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί ακόμη και εάν του το ζητήσει ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, με ορθάνοιχτα τα μάτια 8 δις πολίτες του κόσμοι οποίοι βαίνουν μειούμενοι και με τη συμβολή των εμβολίων COVID, συνειδητοποιούν ότι τα λεφτά και το παγκόσμιο χρέος αποτελούν εργαλεία ελέγχου μιάς χούφτας οικογενειών που τους ανήκει ο κόσμος.

Σύμφωνα με τον πρώην χρηματιστή της BlackRock, Ed Dowd το σκάσιμο της φούσκας του Παγκοσμίου Χρέους ήτο η προέλευση της planδημίας COVID (μετάφραση σκοτώνουμε τα κουνούπια γιατί μάς κοστίζουν ακριβά και δεν αποπληρώνουν ποτέ το Χρέος τους) ενώ το χρέος των ΗΠΑ αναμένεται να εκτοξευθεί στα 36 τρις δολάρια στο τέλος του έτους καθώς το Παγκόσμιο Χρέος υπολογίζεται ανάμεσα στα 100 με 300 τρις-εάν υπολογίσουμε και το ιδιωτικό αντίστοιχο.

Ο Γιάννης Στουρνάρας λοιπόν και η Τράπεζα Ελλάδας (η 2η πιο χρεοκοπημένη χώρα του πλανήτη μετά τη Βενεζουέλα) οργάνωσε διεθνές συνέδριο με θέμα «Δημόσιο Χρέος: Μαθήματα του παρελθόντος, Προκλήσεις του μέλλοντος», στο οποίο παρευρέθηκε πλήθος κόσμου από τον χώρο της οικονομίας και του τραπεζικού τομέα, καθώς και από πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα.

Οι απόψεις που ακούστηκαν ήταν πολύ ενδιαφέρουσες και όχι απαραίτητα ταυτόσημες.

Αφού παραθέσουμε στη συνέχεια τις απόψεις που ακούστηκαν το Κουρδιστό Πορτοκάλι θα υπογραμμίσει, για μία ακόμη φορά, ότι ο δανεισμός στο οποίο προσφεύγουν οι διεφθαρμένες ανά το κόσμο κυβερνήσεις, ο μη αυστηρός έλεγχος των δημοσιονομικών, η διόγκωση του δημοσίου τομέα και η μη αποπληρωμή του εθνικού χρέους ισοδυναμεί με εξαναγκασμό των ηγετών σε μείωση-γενοκτονία του κοστοβόρου δυτικού πληθυσμού με όλα τα εργαλεία της περίφημης Ατζέντας 2030.

Η πρωτοβουλία της συζήτησης ήτο μια σπουδαία κίνηση του κεντρικού τραπεζίτη την οποία επικροτούμε.

Εύγε. Τουλάχιστο δεν θα πρέπει να πάμε αδιάβαστοι. Η σημασία του Χρέους πρέπει να είναι ανάμεσα στα πρώτα μαθήματα που πρέπει να διδάσκονται στα σχολεία. Αργά ή γρήγορα θα συμβεί.

Στο μεταξύ σπεύστε να πάρετε τις ενισχυτικές δόσεις καθότι τα μαθηματικά δεν βγαίνουν.

Καλές οι θεωρίες αλλά τώρα βρισκόμαστε στη Τελική Λύση.

Δείτε λοιπόν πόσες διαφορετικές απόψεις ειδικών και σημαινόντων προσώπων εκτέθηκαν στη διάρκεια του Συνεδρίου γεγονός που ζοχαδιάζει αφόρητα τον Dr. Klaus και τον Gates οι οποίοι έχουν αναλάβει να λύσουν το πρόβλημα με την ακριβώς επόμενη μέθοδο της διαλεκτικής.

-Ψεκάστε τα κουνούπια!

Ολοκληρώθηκαν λοιπόν με επιτυχία οι εργασίες του διεθνούς συνεδρίου που οργάνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος την Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024, με θέμα «Δημόσιο Χρέος: Μαθήματα του παρελθόντος, Προκλήσεις του μέλλοντος», στο οποίο παρευρέθηκε πλήθος κόσμου από τον χώρο της οικονομίας και του τραπεζικού τομέα, καθώς και από πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα.

Τις εργασίες του συνεδρίου άνοιξε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος παρέθεσε μία σειρά από διδάγματα που προσέφερε η κρίση χρέους για την άσκηση οικονομικής πολιτικής, τόσο σε ελληνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ κατέληξε διαπιστώνοντας ότι «οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα – από τα υψηλά επίπεδα χρέους έως την κλιματική κρίση, τους γεωπολιτικούς κινδύνους λόγω των πολεμικών συγκρούσεων, το γεωοικονομικό κατακερματισμό, τις δημογραφικές αλλαγές, τη χαμηλή παραγωγικότητα και τις τάσεις αντιστροφής της παγκοσμιοποίησης – απαιτούν συνεχή εγρήγορση και προσαρμοστικότητα.

Σε περίπτωση που τα επίπεδα χρέους οδηγήσουν σε αυξανόμενες ευπάθειες, η ανάγκη για καινοτόμες και βιώσιμες δημοσιονομικές λύσεις θα είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Οι αποφάσεις που λαμβάνουμε σήμερα θα καθορίσουν όχι μόνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρώπης, αλλά και την ευημερία των μελλοντικών γενεών. Η επίτευξη της σωστής ισορροπίας ανάμεσα στην προώθηση της ανάπτυξης, τη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και την προστασία των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των κοινωνιών μας δεν είναι εύκολο έργο, είναι ωστόσο ένα ζήτημα συλλογικής ευθύνης.»

Ο κεντρικός ομιλητής του συνεδρίου, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ, Barry Eichengreen, ανέτρεξε στην ιστορία του δημοσίου χρέους για να υπενθυμίσει ότι «σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, οι συνετές κυβερνήσεις φροντίζουν να δανείζονται· ωστόσο, μετά την πάροδο των έκτακτων συνθηκών, φροντίζουν επίσης να αποκαταστήσουν τα περιθώρια δανεισμού τους, μειώνοντας το δημόσιο χρέος».

Η ιστορική εμπειρία φανερώνει επίσης «δύο κύριους παράγοντες που συσχετίζονται με τον ουσιαστικό περιορισμό του χρέους: ισχυρή οικονομική μεγέθυνση και μειωμένη πολιτική πόλωση».

Η πρώτη μειώνει το βάρος του χρέους στην οικονομία, ενώ η δεύτερη επιτρέπει τη συγκρότηση της απαραίτητης συναίνεσης για δημοσιονομική πειθαρχία. Με δεδομένη την επιβράδυνση των ρυθμών μεγέθυνσης και την αύξηση της πολιτικής πόλωσης τα τελευταία χρόνια, ο ίδιος θεωρεί ότι πολλές χώρες θα δυσκολευτούν να μειώσουν το χρέος στο προσεχές μέλλον.

Τα διδάγματα από προηγούμενες μειώσεις χρέους βρέθηκαν στο επίκεντρο αρκετών ομιλητών.

Ο Rui Esteves, καθηγητής στο Graduate Institute της Γενεύης, παρουσίασε συγκεντρωτικά δεδομένα από 183 χώρες για την περίοδο 1800-2019. Εντοπίζοντας εκατοντάδες περιπτώσεις μείωσης χρέους, επεσήμανε ότι οι μεγαλύτερες και συχνότερες μειώσεις χρέους προκύπτουν χωρίς την προσφυγή σε κάποια αναδιάρθρωση ή χρεοκοπία.

Εστιάζοντας σε μία μεμονωμένη περίπτωση, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, Tobias Straumann, αναφέρθηκε στην Συμφωνία του Λονδίνου, το 1953, με την οποία αναδιαρθρώθηκε το γερμανικό χρέος και αναβλήθηκε το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων.

Μπορεί αυτή η γενναιοδωρία προς την ηττημένη Γερμανία να παρήγαγε μία δικαιολογημένη αίσθηση αδικίας, ωστόσο, συνέβαλε στην οικονομική ανασυγκρότηση και πολιτική επανένταξη της Δυτικής Γερμανίας, επιτρέποντάς της παράλληλα να προσφέρει σημαντικές ιδιωτικές αποζημιώσεις σε θύματα του Ολοκαυτώματος.

Το παράδειγμα, κατά τον κ. Straumann, αναδεικνύει τα διλήμματα της διαχείρισης των μεταπολεμικών οφειλών, αλλά και τις ευεργετικές οικονομικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια γενναία αναδιάρθρωση χρέους.

 

Γιάννης Στουρνάρας

 

Barry Eichengreen

Rui Esteves, Tobias Straumann, Heather Gibson

Kim Oosterlinck, Andreas Kakridis, Daphne Papadopoulou

Andreas Kakridis, Nikos Vettas, Yannis Stournaras, Kostis Hatzidakis

Pablo Hernández de Cos, Yannis Stournaras, Philip Lane, Barry Eichengreen

Philip Lane, George Chouliarakis, Dimitris Malliaropulos

Philip Lane, George Chouliarakis, Dimitris Malliaropulos

Jeromin Zettelmeyer, Pablo Hernández de Cos, Yannis Stournaras, Marco Buti

Philip Lane, Pablo Hernández de Cos, Marco Buti, Yannis Stournaras, Barry Eichengreen, Andreas Kakridis, Nikos Vettas

Άλλοι ομιλητές επιχείρησαν να αμφισβητήσουν ορισμένα από τα «διδάγματα» του παρελθόντος.

Ο καθηγητής του Université Libre de Bruxelles, Kim Oosterlinck, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της Γαλλίας του 19ου αιώνα για να δείξει πώς «μια πολιτικά ισχυρή ομάδα εγχώριων ομολογιούχων μπορεί να εξαναγκάσει το κράτος να μην υιοθετήσει τις βέλτιστες πολιτικές», αμφισβητώντας έτσι την επάρκεια ενός θεσμικού πλαισίου που προστατεύει τα δικαιώματα των πιστωτών. «Τέτοιοι θεσμοί είναι ευεργετικοί για ένα κράτος μόνο στο βαθμό που τα συμφέροντα των ομολογιούχων ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα του κράτος», επεσήμανε.

Εστιάζοντας στην ελληνική εμπειρία μεταξύ 1824-1932, ο Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου της Τράπεζας της Ελλάδος και Επίκουρος Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, Ανδρέας Κακριδής, επιχείρησε να ανασκευάσει την αντίληψη ότι η Ελλάδα υπήρξε διαχρονικά θύμα δυσβάστακτων δανείων και αρπακτικών δανειστών, που συνέβαλαν στην αποδυνάμωση του κράτους.

Ίσα-ίσα, τον 19ο και πρώιμο 20ο αιώνα, ο δανεισμός επέτρεψε τη χρηματοδότηση των έκτακτων αναγκών που δημιουργούσε το Ανατολικό Ζήτημα. Γενικότερα, «τα δάνεια βοήθησαν την κρατική εξουσία να χρηματοδοτήσει φιλόδοξα εγχειρήματα εκ των προτέρων, αλλά και να επιβάλει τα φορολογικά μέτρα που αυτά απαιτούσαν εκ των υστέρων». Επιπλέον, ο κ. Κακριδής τόνισε ότι η ελληνική οικονομία του 21ου αιώνα ήταν πολύ διαφορετική από αυτή του 19ου αιώνα και του Μεσοπολέμου, με αποτέλεσμα τα πτωχευτικά γεγονότα να έχουν ηπιότερες συνέπειες στο παρελθόν, απ’ ό,τι στο παρόν. «Οι διαφορές αυτές οφείλουν να μας καθιστούν πιο επιφυλακτικούς στις διαχρονικές συγκρίσεις», προσέθεσε.

Μεταβαίνοντας στην πιο πρόσφατη περίοδο της ελληνικής δημοσιονομικής ιστορίας, ο Σύμβουλος του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργος Χουλιαράκης παρουσίασε την Ανάλυση Βιωσιμότητας του Δημοσίου Χρέους που πραγματοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος. Βάσει αυτής, παρατήρησε πως, όσο θα υποχωρεί σταδιακά η θετική επίδραση που ασκεί στη μείωση του χρέους η διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια και τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, η περαιτέρω αποκλιμάκωση του χρέους θα εξαρτάται κυρίως από τη διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του δύο τοις εκατό. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «προς αποφυγή δημοσιονομικής κόπωσης, είναι κρίσιμο να αυξηθεί, και να διατηρηθεί υψηλός, ο ρυθμός μεγέθυνσης του δυνητικού προϊόντος, ενώ εξίσου κρίσιμη είναι «η δίκαιη κατανομή του κόστους διατήρησης των πρωτογενών πλεονασμάτων στο επίπεδο του 2%, με την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και προστασία των πιο ευάλωτων».

Ο καθηγητής στο European University Institute της Φλωρεντίας, και πρώην Γενικός Διευθυντής Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών Υποθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Marco Buti, αναφέρθηκε στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, που υπερέχουν έναντι του παλαιού Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τόσο από πλευράς βιωσιμότητας χρέους και αντι-κυκλικής ευελιξίας, όσο και από πλευράς προώθησης επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων.

Από την άλλη, «με δεδομένες τις τεράστιες επενδυτικές ανάγκες που αντιμετωπίζει η ΕΕ στο μέτωπο της ανταγωνιστικότητας, τη πράσινης μετάβασης, της οικοδόμησης κοινής άμυνας και της ενίσχυσης της στρατηγικής αυτονομίας, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να συνοδευτούν από ένα μόνιμο, κεντρικό δημοσιονομικό εργαλείο, που θα μπορέσει να διαδεχθεί το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.» Το νέο εργαλείο, κατά τον κ. Buti, θα χρηματοδοτούσε την παροχή δημοσίων αγαθών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και έτσι «θα εξασφάλιζε κάθετο συντονισμό και θα συνέδραμε τον συμβιβασμό των εγχώριων προτεραιοτήτων με την παγκόσμια ατζέντα της ΕΕ.»

Ο διευθυντής του Bruegel, στις Βρυξέλες, Jeromin Zettelmeyer, παρουσίασε εκτιμήσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα χρειαστεί να εξασφαλίσουν ανεπτυγμένες χώρες με υψηλό χρέος, προκειμένου να σταθεροποιήσουν ή και να μειώσουν τον λόγο χρέους στο ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια. Για να το πετύχουν αυτό, «αρκετές ανεπτυγμένες χώρες θα χρειαστεί να εφαρμόσουν μεγάλες δημοσιονομικές προσαρμογές (πάνω από 3,5% του ΑΕΠ)· τέτοιες προσαρμογές είναι ιστορικά αρκετά σπάνιες σε πολλές από αυτές τις χώρες». Επιπλέον, επεσήμανε τους κινδύνους που δημιουργεί το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης και η αυξανόμενη πολιτική πόλωση. Από την άλλη πλευρά, θεώρησε ενθαρρυντικό το γεγονός ότι τα περισσότερα Μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά-Διαρθρωτικά Σχέδια (ΜΔΣ) που υποβλήθηκαν πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση.

Από την πλευρά του, το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Philip R. Lane χαιρέτισε την πρωτοβουλία της Τράπεζας της Ελλάδος να διοργανώσει το συνέδριο και προσέθεσε πως «είναι πολύ σημαντικό για τις κεντρικές τράπεζες να συμμετέχουν στη συζήτηση για το δημόσιο χρέος. Πέραν των άμεσων δημοσιονομικών ζητημάτων και των ζητημάτων που αφορούν τα δημόσια οικονομικά, το δημόσιο χρέος είναι πλήρως ενσωματωμένο στις συνολικές μακροοικονομικές προοπτικές, και μάλιστα αμφίδρομα. Μια ισχυρότερη μακροοικονομική προοπτική βοηθά τα δημόσια οικονομικά, αλλά και η σταθερότητα στα δημόσια οικονομικά είναι πραγματικά προϋπόθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τη σταθερότητα των τιμών.»

Το συνέδριο έκλεισε με δύο συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης. Η πρώτη ήταν αφιερωμένη στην αλληλεπίδραση μεταξύ του χρέους και της νομισματικής πολιτικής. Σε αυτήν αντάλλαξαν απόψεις ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, Philip R. Lane, και ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Ισπανίας, Pablo Hernández de Cos.

Η δεύτερη συζήτηση ήταν αφιερωμένη στις γενικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία την προσεχή δεκαετία. Σε αυτήν συμμετείχαν ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας και ο Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), Νίκος Βέττας. Σχολιάζοντας την άνοδο της πολιτικής πόλωσης και του λαϊκισμού σε πολλές χώρες, στην κατακλείδα της συζήτησης, οι ομιλητές επεσήμαναν τη σημασία οι σύγχρονοι πολιτικοί να μη αρκούνται μόνο στην νηφάλια και τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, αλλά να επιχειρούν να εμπνεύσουν τους πολίτες με ένα θετικό όραμα για το μέλλον, ικανό να υπερκεράσει τον φόβο που εκπέμπουν τα εκάστοτε πολιτικά άκρα.

Bank of Greece Conference on “Public Debt: Past lessons, future challenges” was concluded

07.11.2024 Συνέδριο ΤτΕ 2

The international conference on “Public Debt: Past Lessons, Future Challenges”, which was organized by the Bank of Greece, was concluded successfully on Thursday, November 7, 2024. The conference was widely attended by people from the business and banking sectors, as well as several academics and researchers.

The conference was opened by the Governor of the Bank of Greece, Yannis Stournaras, who presented a series of policy lessons learned from the recent debt crisis, both at the national and at the European level, before concluding that “the challenges we face today – ranging from high debt levels to climate crisis, geopolitical risks posed by conflicts, geoeconomic fragmentation, demographic shifts, low productivity and deglobalisation trends – require us to remain vigilant and adaptive. Should we confront rising debt vulnerabilities, the need for innovative and sustainable fiscal solutions will be more urgent than ever. The decisions we make today will determine not only Europe’s financial stability, but also the well-being of future generations. Striking the right balance between fostering growth, ensuring fiscal sustainability and protecting the long-term interests of our societies is no easy task, but it is one we must face together.”

In his keynote lecture, Barry Eichengreen, Professor at the University of California at Berkeley, retraced the history of public debt to remind us that “prudent governments borrow to meet emergencies but restore that capacity to borrow when the emergency passes, by reducing their indebtedness.” Historical experience suggests that “the two robust correlates of sustained debt reduction are robust growth and low levels of political polarization.” The first reduces the burden of debt on the economy, while the latter permits the forging of the necessary consensus to maintain fiscal discipline. Given the recent slowdown in growth and increase in polarization “this means that for many countries sustained debt reduction will be challenging in present circumstances.”

Several speakers focused on lessons from previous debt consolidations. Rui Esteves, professor at the Graduate Institute of Geneva, presented aggregate data from 183 countries over a period of 220 years, from 1800-2019. Having identified hundreds of episodes of debt reduction, he pointed out that “episodes of debt consolidation where nations did not resort to restructuring or default have been more frequent and have led to greater reductions in debt ratios, compared to defaults”. Focusing on a single case, Tobias Straumann, professor at the University of Zurich, spoke about the 1953 London Debt Agreement, which restructured German debt and deferred the payment of war reparations. This generosity vis-à-vis Germany may have bred justified grievances, but it also contributed to the West Germany’s post-war economic reconstruction and political rehabilitation. At the same time, it enabled the Federal Republic of Germany to compensate individual victims of the Holocaust. In this context, the London Debt Agreement highlights the dilemmas arising from post-war debt settlement, as well as the potentially beneficial financial consequences of a generous debt haircut.

Other speakers sought to challenge some common “lessons” drawn of the past. Kim Oosterlinck, a professor of Finance at the Université Libre de Bruxelles, used the example of bond conversions in 19th century France to show how “a politically very powerful national bondholder group may force the state to engage into suboptimal policies, thus questioning whether institutional safeguards of bondholder rights are sufficient. “Institutions protecting bondholders’ rights are beneficial for the state as long as the interests of the state and bondholders are aligned,” he cautioned. Focusing on the Greek experience with debt between 1824 and 1932, the Scientific Advisor to the Historical Archive and Assistant Professor at Panteion University, Andreas Kakridis, sought to revise the notion that Greece had been “had been repeatedly overindebted, overcharged and overpowered by its creditors, who thus contributed to the weakening of the Greek state capacity. Quite on the contrary, in the 19th and early 20th centuries, helped Greece finance the emergencies arising from the Eastern Question. More generally, “loans not only provided much-needed resources to increase the state’s authority in the short-run; they also provided the mechanism whereby the state imposed the tax reforms needed to increase its resources in the long-run.” What is more, Mr. Kakridis emphasized the stark difference between the Greek economy in the nineteenth and twenty-first centuries, which led to past defaults having a much milder impact on the economy. “These differences suggest we should be cautious before using the past to evaluate present debt challenges,” he concluded.

Turning to the most recent years of Greece’s fiscal history, the Advisor to the Governor of the Bank of Greece, George Chouliarakis, presented the Bank of Greece’s Debt Sustainability Analysis (DSA) and observed that – as the positive effect of the growth rate minus interest rate differential on debt subsides, further debt consolidation will depend primarily on the maintenance of primary surpluses of around two percent. He then added that “in order to avoid fiscal fatigue, the growth rate of potential output needs to rise and remain high; an equally crucial parameter is the fair distribution of the burden of maintaining primary surpluses around two percent of GDP, by fighting tax evasion and protecting those most vulnerable”.

Marco Buti, professor at the European University Institute in Florence, and former Director General for Economic and Financial Affairs at the European Commission, discussed the newly-agreed EU fiscal rules, which in his opinion “represent an improvement compared to the old Stability and Growth Pact in term as of debt sustainability, counter-cyclicality, promotion of reforms and investment.” At the same time, however, he added that “considering the huge investment needs the EU is facing for competitiveness, the green transition, the building of a defence union, the buttressing of strategic autonomy, the new fiscal rules need to be complemented by a permanent central fiscal capacity as a successor of NGEU. The latter should finance European Public Goods in the economic and non-economic areas thereby ensuring vertical coordination and help reconcile the EU’s domestic and global agendas.”

The director of Bruegel, in Belgium, Jeromin Zettelmeyer, presented estimates concerning the primary surpluses that heavily indebted advanced countries will need to run, in order to stabilise or bring down their debt-to-GDP ratios in the next few years. To do that “several advanced countries will need to undertake large fiscal adjustments (more than 3.5% of GDP). Fiscal adjustments of this magnitude are historically rare in several of these countries”. What is more, Mr. Zettelmeyer highlighted the dangers presented by low growth rates and increase political polarization. On the other hand, he felt it was encouraging that most of the “medium term fiscal-structural plans” submitted to the European Commission seem to be consistent with debt stabilisation.

Philip R. Lane, a Member of the Executive Board of the European Central Bank (ECB), welcomed the Bank of Greece’s initiative to organize the conference, adding that “It’s very important for central banks to be involved in the discussion of sovereign debt. On top of the direct fiscal questions and public finance questions, public debt is fully integrated into the overall macroeconomic outlook in both directions. Α stronger macro outlook helps the public finances, but stability in the public finances is really a precondition for financial stability and price stability.”

The conference was concluded by two round table discussions. The first, which included the Governor of the Bank of Greece, Yannis Stournaras, the Member of the Executive Board of the ECB, Philip R. Lane and the former Governor of the Bank of Spain, Pablo Hernández de Cos, was be devoted to the interaction between debt and monetary policy. The second brought together the Greek Minister of National Economy and Finance, Kostis Hatzidakis, the Governor of the Bank of Greece, Yannis Stournaras, and the Director General of the Foundation of Economic and Industrial Research (IOBE), Nikos Vettas, in a conversation on the future of the Greek economy. Commenting on the rise of political polarization and populism in many countries, at the end of their discussion, the speakers pointed out that modern political leaders should not only seek to maintain their argumentation level-headed and fact-based, but also try to inspire people with a positive vision for the future, able to counterbalance the fear often propagated by the political extremes.

SHARE

Περισσότερα

MORE NEWS DESK