Όταν η Ana Jimena Barba, μια νεαρή γιατρός, ξεκίνησε να εργάζεται σε ένα νοσοκομείο στη Μαδρίτη πέρυσι, μετακόμισε με τους γονείς της μισή ώρα έξω από την πόλη μέχρι να καταφέρει να εξοικονομήσει αρκετά χρήματα προκειμένου να αγοράσει το δικό της σπίτι. Όταν όμως άρχισε να κοιτάζει για διαμερίσματα στην ίδια πόλη, σχεδόν τα πάντα κοστολογήθηκαν σε πάνω από 500.000 ευρώ.
Από την Liz Alderman/New York Times
Το ποσό -σχεδόν 20 φορές μεγαλύτερο από τον μέσο ετήσιο μισθό στην Ισπανία- τυχαίνει να αντιστοιχεί στο κόστος της «χρυσής βίζας» της χώρας, ενός προγράμματος που προσφέρει διαμονή σε πλούσιους αλλοδαπούς που αγοράζουν ακίνητα εκεί. Μετά από μια δεκαετία, το πρόγραμμα έχει δισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις, αλλά βοήθησε επίσης στην πυροδότηση μιας τρομακτικής στεγαστικής κρίσης για τους πολίτες.
«Δεν μπορώ να αντέξω με τίποτα», είπε η Dr Barba στους New York Times, μία αλλεργιολόγος που εργάζεται 100 ώρες υπερωρίες κάθε μήνα για να καταφέρει να μαζέψει κάποια επιπλέον χρήματα. «Αν οι ξένοι διογκώνουν τις τιμές για εμάς που ζούμε εδώ, είναι αδικία», είπε.
Αντιμέτωπη με την αυξανόμενη πίεση για την τεράστια στεγαστική κρίση της, η Ισπανία δήλωσε αυτόν τον μήνα ότι θα καταργήσει τις χρυσές βίζες, στην πιο πρόσφατη μιας ευρύτερης απόσυρσης από το πρόγραμμα από κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη.
Μισή ντουζίνα χώρες της ευρωζώνης πρόσφεραν τις βίζες στο αποκορύφωμα της κρίσης χρέους της Ευρώπης το 2012 για να βοηθήσουν στην κάλυψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Οι χώρες που χρειάζονταν διεθνή προγράμματα διάσωσης –η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα μεταξύ αυτών– ήταν ιδιαίτερα απελπισμένες για μετρητά προκειμένου να αποπληρώσουν τους πιστωτές και είδαν έναν δρόμο για να προσελκύσουν επενδυτές, αναζωογονώντας παράλληλα τις τότε ετοιμοθάνατες αγορές ακινήτων τους.
Οι χώρες καρπώθηκαν ένα απροσδόκητο κέρδος: Μόνο η Ισπανία έχει εκδώσει 14.576 βίζες που συνδέονται με πλούσιους αγοραστές που πραγματοποιούν επενδύσεις σε ακίνητα άνω των 500.000 ευρώ. Αλλά οι τιμές που μπορεί να αντέξουν κάποιοι στιμώχνουν οικονομικά ανθρώπους όπως η Dr Barba σε μια αγορά που είχε ήδη διογκωθεί πολύ από την άνοδο των Airbnb και την προσέλκυση επενδυτών της Wall Street.
«Η πρόσβαση στη στέγαση πρέπει να είναι δικαίωμα αντί για κερδοσκοπική επιχείρηση», είπε ο Pedro Sánchez, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, σε ομιλία του αυτόν τον μήνα καθώς ανακοίνωσε το τέλος του προγράμματος χρυσής βίζας της χώρας. «Οι μεγάλες πόλεις αντιμετωπίζουν πολύ πιεσμένες αγορές και είναι σχεδόν αδύνατο να βρει κανείς αξιοπρεπή στέγαση για όσους ήδη ζουν, εργάζονται και πληρώνουν τους φόρους τους».
Οι βίζες διευκολύνουν τα άτομα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης να αγοράσουν το δικαίωμα προσωρινής διαμονής τους, μερικές φορές χωρίς να χρειάζεται να ζουν στη χώρα. Επενδυτές από την Κίνα, τη Ρωσία και τη Μέση Ανατολή έχουν συρρεύσει για να αγοράσουν ακίνητα μέσω αυτών.
Τα τελευταία χρόνια, Βρετανοί υπήκοοι ακολούθησαν το παράδειγμά τους στον απόηχο του Brexit, αγοράζοντας σπίτια στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, ενώ ένας αυξανόμενος αριθμός Αμερικανών προσπαθούν να απολαύσουν έναν τρόπο ζωής που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά στις μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ.
Ωστόσο, τα προγράμματα χρυσής βίζας καταργούνται σταδιακά ή κλείνουν σε όλη την Ευρώπη καθώς οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αναιρέσουν τη ζημιά στην αγορά κατοικίας. Και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Ευρωπαϊοι αξιωματούχοι προέτρεψαν τις κυβερνήσεις να τις τερματίσουν, προειδοποιώντας ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ξέπλυμα χρήματος, φοροδιαφυγή, ακόμη και για οργανωμένο έγκλημα.
Η Πορτογαλία, η οποία έχει αποκομίσει περισσότερα από 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις από τις βίζες, τροποποίησε το πρόγραμμά της τον Οκτώβριο για να αφαιρέσει την ακίνητη περιουσία ως επένδυση για να μειώσει τις κερδοσκοπικές αγορές, δροσίζοντας την υπερθερμασμένη αγορά κατοικίας. Μια εισροή αλλοδαπών έχει εκτοπίσει χιλιάδες Πορτογάλους πολίτες χαμηλού εισοδήματος από τα σπίτια τους από πόλεις όπως η Λισαβόνα.
Η κυβέρνηση στη Λισαβόνα προσπαθεί να διορθώσει το πρόβλημα της οικονομικής στέγης με νέους κανόνες που θα απαιτούν από τους ιδιοκτήτες να νοικιάζουν άδεια διαμερίσματα σε οικογένειες, περιορίζοντας τα ενοίκια και μετατρέποντας ορισμένα εμπορικά ακίνητα σε κατοικίες.
Η Ιρλανδία έκλεισε το πρόγραμμά της πέρυσι, εν μέρει για να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες ότι Ρώσοι υπήκοοι ξεπλύνουν χρήματα μέσω αυτού.
Η Ελλάδα, μια από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη που προσφέρει χρυσή βίζα, αυξάνει το όριο ξένων επενδύσεών της σε 800.000 ευρώ από 500.000 στην περιοχή της Αθήνας και σε δημοφιλή νησιά, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Κυριάκος Μητσοτάκης, αναγνώρισε τις σοβαρές ελλείψεις κατοικιών και την πίεση στις αγορές ενοικίων, ειδικά γύρω από την Αθήνα, αλλά είπε ότι η κυβέρνηση εξακολουθεί να θέλει να προσελκύσει επενδυτές. Η Ελλάδα συγκέντρωσε επενδύσεις 4,3 δισεκατομμυρίων ευρώ από τις βίζες μόνο από το 2021 έως το 2023.
Μια έκθεση που κυκλοφόρησε από το Ινστιτούτο Οικονομικών της Εργασίας τον Μάρτιο ανέφερε ότι τα προγράμματα βίζας συνέβαλαν στην τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες που τα προσφέρουν. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις πρέπει να επιτύχουν «μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της αποκομιδής οικονομικών οφελών και της διασφάλισης έναντι πιθανών κινδύνων», συμπεριλαμβανομένου του ξεπλύματος χρήματος, αναφέρει η έκθεση.
Η απόσυρση του προγράμματος έρχεται καθώς μια ευρύτερη στεγαστική κρίση πλήττει την Ευρώπη, μετά από χρόνια, κατά την οποία οι αγορές ακινήτων της έχουν υποστεί μια βαθιά μεταμόρφωση που χτυπά όλο και περισσότερο τους εργαζόμενους με μέτριο εισόδημα, συμπεριλαμβανομένων των γιατρών, των δασκάλων και των αστυνομικών.
Το gentrification, δηλαδή οι αναπλάσεις υποβαθμισμένων περιοχών, έχει εξαπλωθεί σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις εδώ και δεκαετίες, αλλά η άνοδος της Airbnb και άλλων παρόχων βραχυπρόθεσμης ενοικίασης έχει επιταχύνει την κρίση προσιτότητας. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα στις χώρες που επλήγησαν από την κρίση χρέους της Ευρώπης, όπου οι ιδιοκτήτες ακινήτων ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να κερδίσουν περισσότερα ενοικιάζοντας σε τουρίστες παρά σε ντόπιους, των οποίων τα οικονομικά είχαν πιεστεί από τα προγράμματα λιτότητας.
Ωστόσο, τα προγράμματα Golden Visa επιδεινώνουν την πίεση.
Στην Ελλάδα, η οποία αρχικά χορήγησε στους αλλοδαπούς βίζα παραμονής πενταετίας εάν επένδυαν 250.000 ευρώ, πολλές καταχωρήσεις διαμερισμάτων και κατοικιών στην Αθήνα και στα ονειρεμένα ελληνικά νησιά αυξήθηκαν ξαφνικά από τις τιμές ευκαιρίας στα 250.000 ευρώ, ποσά υπερβολικά απρόσιτα για τους περισσότερους Έλληνες.
Η Laura McDowell, πράκτορας στο μεσιτικό γραφείο Mobilia με έδρα την Αθήνα, ανέφερε στους New York Times ότι οι βραχυπρόθεσμες ενοικιάσεις έκαναν τα ενοίκια μη προσιτά στα κέντρα των πόλεων και το πρόβλημα επιδεινώθηκε όταν επενδυτές από πολλές χώρες μετέτρεψαν τα σπίτια που αγόρασαν μέσω προγραμμάτων golden visa σε διαμερίσματα διακοπών, συμπιέζοντας περαιτέρω την προσφορά οικονομικά προσιτών κατοικιών.
Το σχέδιο δελέασε ιδιαίτερα τους Κινέζους υπηκόους, με πολλούς να πετάνε στην Αθήνα μεταφέροντας βαλίτσες φορτωμένες με μετρητά. Κινεζικές επενδυτικές εταιρείες αγόρασαν επίσης κτίρια σε γειτονιές χαμηλού εισοδήματος και περιοχές με φοιτητικές κατοικίες, ανακαινίζοντας διαμερίσματα και μεταπωλώντας τα σε άτομα που αναζητούν βίζα. Σήμερα, ολόκληρες πολυκατοικίες, ακόμη και σε κάποτε ανεπιθύμητες ζώνες εντός και γύρω από την Αθήνα, ανήκουν σε μεγάλο βαθμό σε ξένους.
«Οι τιμές που αυξήθηκαν από τις χρυσές βίζες δεν έχουν μειωθεί», είπε η McDowell. «Οι Έλληνες δεν τις αντέχουν».
Στην Ισπανία, οι Κινέζοι επενδυτές αποτελούσαν κάποια στιγμή σχεδόν τους μισούς αιτούντες βίζα, ακολουθούμενοι από τους Ρώσους. Τα χαμηλά επιτόκια που όρισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επέτειναν το πρόβλημα τα τελευταία χρόνια, προσελκύοντας περισσότερους επενδυτές σε ακίνητα εκτός του προγράμματος βίζας, δήλωσε ο Ernest Urtasun, υπουργός Πολιτισμού της Ισπανίας.
Η ισπανική κυβέρνηση σχεδιάζει να κατασκευάσει 40.000 μονάδες κοινωνικής στέγασης για άτομα με περιορισμένους πόρους ως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου για την αποκατάσταση προσιτών καταλυμάτων.
Αλλά είναι αβέβαιο ότι κάτι τέτοιο θα βοηθήσει άμεσα ανθρώπους σαν την Dr Barba. Παρά την ανάκαμψη της Ισπανίας από την οικονομική κρίση, οι μισθοί απέτυχαν να συμβαδίσουν με την ανάπτυξη στην αγορά ακινήτων. Σχεδόν το ένα πέμπτο των εργαζομένων κερδίζουν τον κατώτατο μισθό των 1.134 ευρώ το μήνα, ενώ τα ενοίκια στη Μαδρίτη εκτινάχθηκαν κατά 15 τοις εκατό το 2023. Ο πληθωρισμός 3,2 τοις εκατό έχει προσθέσει στην πίεση.
Η Dr Barba εξοικονομούσε χρήματα τα τελευταία τρία χρόνια προκειμένου να δώσει την προκαταβολή σε ένα σπίτι. Νοίκιασε ένα δωμάτιο σε ένα κοινόχρηστο διαμέρισμα στη Βαρκελώνη όταν άρχισε να εκπαιδεύεται ως αλλεργιολόγος σε νοσοκομείο στο κέντρο της πόλης. Αλλά το μηνιαίο εισόδημά της καταναλώνονταν στα βασικά έξοδα διαβίωσης, όπως φαγητό, ενοίκιο και μεταφορές.
Για να εξοικονομήσει περισσότερα, μετακόμησε στο νοσοκομείο της Μαδρίτης και τώρα ζει με τους γονείς της χωρίς ενοίκιο έξω από την πόλη, κάνοντας υπερωρίες για να ανεβάσει τον μισθό της στα 1.900 ευρώ. Αλλά με τα σπίτια ακόμη και στη μικρή πόλη των γονιών της να κοστίζουν μισό εκατομμύριο ευρώ, νιώθει απελπισμένη.
«Θα χρειαστούν χρόνια για να εξοικονομήσει κάποιος αρκετά χρήματα για να καταθέσει μια προκαταβολή για ένα σπίτι», είπε η Dr Barba. «Η αγορά ενός σπιτιού είναι απλώς ένα όνειρο».