Υψηλό είναι το ποσοστό των ανθρώπων που έχουν όζους στον θυρεοειδή αδένα. Μελέτες στην Ευρώπη δείχνουν ότι το ποσοστό ανέρχεται στο 50% των ενήλικων γυναικών και στο 30% των ανδρών. Πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο European Thyroid Journal έδειξε ότι θυρεοειδικούς όζους είχε μεγάλο ποσοστό των ασθενών με υπερλειτουργία του θυρεοειδούς (Νόσο Graves) που συμμετείχαν, εκ των οποίων ένα ποσοστό ήταν κακοήθεις. Διαπιστώθηκε δε ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς που διαγνώστηκαν με κακοήθεια είχαν θηλώδη καρκινώματα.
«Οι όζοι στον θυρεοειδή είναι διογκώσεις μέσα στον αδένα που είναι είτε ενεργοί είτε ανενεργοί, δηλαδή ή παράγουν ορμόνες ή όχι. Μπορεί να είναι συμπαγείς και να οφείλονται σε υπερανάπτυξη του φυσιολογικού ιστού, κυστικοί, δηλαδή να περιέχουν υγρό, ή σύνθετοι και να αποτελούνται από ιστό και υγρά. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από λίγα χιλιοστά έως αρκετά εκατοστά και οι ηλικιωμένοι έχουν 10πλάσιες πιθανότητες να τους εμφανίσουν.
Κάποιοι συνοδεύονται από διόγκωση του αδένα και τότε η κατάσταση λέγεται οζώδης βρογχοκήλη ή πολυοζώδης βρογχοκήλη, αναλόγως του αριθμού των όζων. Η βρογχοκήλη μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα αναπνοής ή κατάποσης, όπως άλλωστε και η ύπαρξη ενός μόνο, σταδιακά αυξανόμενου σε μέγεθος, όζου. Η ύπαρξή τους μπορεί να γίνει αιτία υπερπαραγωγής θυροξίνης.
Οι περισσότεροι όζοι δεν προκαλούν συμπτώματα και ο εντοπισμός τους γίνεται τυχαία, ενώ σε όσους ελέγχουν συστηματικά τον αδένα, λόγω κάποιας πάθησής του, γίνεται από τον υπέρηχο στον οποίο υποβάλλονται μια φορά τον χρόνο.
Στους όζους περιλαμβάνονται και τα θυλακιώδη αδενώματα. Εάν τα θυλακιώδη κύτταρα περιέχονται εντός αυτών, τότε είναι καλοήθεις, σε αντίθεση με εκείνους που επεκτείνονται στον περιβάλλοντα ιστό.
Παρότι οι πιθανότητες να είναι κακοήθεις δεν ξεπερνούν το 5%, μόλις βρεθεί κάποιος πρέπει αμέσως να εξετάζεται αυτό το ενδεχόμενο», εξηγεί ο Καθηγητής Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής στον Όμιλο ΥΓΕΙΑ, κ. Δημήτρης Λινός.
Στους λόγους εμφάνισής τους περιλαμβάνεται η νόσος Hashimoto και η νόσος του Graves. Η τελευταία αποτελεί αιτία δημιουργίας τόσο όζων και βρογχοκήλης όσο και καρκίνου του θυρεοειδούς, ο οποίος ενίοτε είναι επιθετικός.
Για να εντοπίσουν τον επιπολασμό των θυρεοειδικών όζων και τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς σε άτομα με νόσο του Graves, Πορτογάλοι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Πόρτο διεξήγαγαν μια μελέτη σε 539 ενήλικες ασθενείς, μεταξύ 2017 και 2021. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο για 3,3 χρόνια. Το 53% αυτών διαγνώστηκε με θυρεοειδικούς όζους και το 3,3% με καρκίνο του θυρεοειδούς. Οι ασθενείς με πολλαπλούς και με μεγαλύτερους όζους είχαν υψηλότερο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου στον αδένα. Σχεδόν όλοι όσοι διαγνώστηκαν με καρκίνο είχαν θηλώδη καρκίνο του θυρεοειδούς.
«Ο θηλώδης καρκίνος αφορά στο περίπου το 80% – 85% των περιπτώσεων καρκίνου του θυρεοειδούς. Εμφανίζεται κυρίως σε ενήλικες μέσης ηλικίας, “προτιμά” όμως τις γυναίκες με αναλογία 3 προς 1 γυναίκες προς άνδρες. Στα παιδιά σπάνια εμφανίζεται, αλλά και σε αυτά είναι η πιο συχνή κακοήθεια του αδένα.
Πρόκειται για έναν καρκίνο με καλή πρόβλεψη, αφού εάν εντοπιστεί σε αρχικό στάδιο και αντιμετωπιστεί σωστά, ο ασθενής θεραπεύεται πλήρως. Δύο στους δέκα διαγιγνώσκονται όταν ήδη έχουν επηρεαστεί οι λεμφαδένες, αλλά στον καρκίνο του θυρεοειδούς αυτή η εξέλιξη δεν προδιαγράφει την πορεία του ασθενή. Ωστόσο οι συγκεκριμένοι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο υποτροπής, συγκριτικά με εκείνους που ο καρκίνος δεν έχει κάνει μετάσταση στους λεμφαδένες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι χάνουν τη ζωή τους από τη συγκεκριμένη αιτία.
Η ενδεδειγμένη θεραπεία για τον θηλώδη καρκίνο του θυρεοειδούς είναι η αφαίρεση όλου του αδένα (ολική θυρεοειδεκτομή), προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής και εξάπλωσης του καρκίνου, αλλά και για να είναι ευχερέστερη η ερμηνεία των αποτελεσμάτων των εξετάσεων ελέγχου για υποτροπή. Στην επέμβαση περιλαμβάνεται η αφαίρεση των λεμφαδένων που έχουν επηρεαστεί.
Σήμερα οι επεμβάσεις γίνονται με ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, όπως η ΜΙΝΕΤ, οι οποίες είναι απολύτως ασφαλείς και αποτελεσματικές, προκειμένου ο ασθενής να αναρρώνει γρηγορότερα και χωρίς επιπλοκές», σημειώνει ο πρώην Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων Καθηγητής κ. Δ. Λινός και προσθέτει:
«Η θυρεοειδεκτομή ακολουθείται από θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο, σε ορισμένους ασθενείς όπως: στους ασθενείς ηλικίας άνω των 45 ετών με όγκο πάνω από 2 cm, με μεταστάσεις σε λεμφαδένες και αλλού και σε ασθενείς με μικρότερο των 2 εκατοστών όγκο, που έχει κάνει όμως μετάσταση.
Παρότι η πρόληψη δημιουργίας όζων και καρκίνου δεν είναι εφικτή, το μόνο που μπορεί να μειώσει τις πιθανότητες αρνητικών εξελίξεων είναι ο τακτικός έλεγχος του θυρεοειδούς αδένα στους ασθενείς με νόσο του Graves και ο εξονυχιστικός έλεγχος του νεοπαρατηρούμενου όζου, μέσω υπερηχογραφήματος και FNA (παρακέντηση με λεπτή βελόνα για ιστολογικό έλεγχο) σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου για καρκίνο. Σύμφωνα, πάντως με την έρευνα, η ύπαρξη της νόσου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη πριν από την επιλογή θεραπείας».