Tετάρτη 12 Απριλίου 2023.
Σ’ αυτό το υπαίθριο γήπεδο μπάσκετ του Καβουρίου μας περίμενε μία ευχάριστη έκπληξη. Εδώ θα συναντούσαμε έναν θρύλο του ελληνικού μπάσκετ, τον Τάκη Κορωναίο καθώς δίδασκε τα μυστικά της μοναδικής τέχνης του στον 12χρονο Πέτρο.
Καθώς τους φωτογραφίζαμε-δάσκαλο και μαθητή-σκεφτόμασταν ότι ακόμη δεν έχουν χαθεί όλα.
Είναι θέμα επιβίωσης-τίποτε λιγότερο-να βλέπεις παιδιά να αθλούνται στη φύση μακριά από την τοξικότητα του καναπέ και της τηλεόρασης.
Θαυμάσαμε τον χαρακτήρα του νεαρού Πέτρου ο οποίος παρά τις παρατηρήσεις του προπονητή και δασκάλου του-ακόμη και στις πιο αυστηρές-στη διάρκεια της προπόνησης δεν διακρίναμε ούτε δευτερόλεπτο κάποιο μορφασμό δυσαρέσκειας στο προσωπό του.
-Ο Πέτρος στα δύο χρόνια της προπόνησής μας έχει εξελιχθεί σε σπουδαίο παίκτη. Η εξελιξή του είναι εντυπωσιακή ενώ ταυτόχρονα παραμένει και καλός μαθητής στο σχολείο…
Ο Τάκης προπονεί τον Πέτρο σχεδόν καθημερινά και ο μαθητής ονειρεύεται να φθάσει μία μέρα τον δάσκαλο. Σε αυτό το σημείο αξίζουν συγχαρητήρια και στους γονείς του Πέτρου οι οποίοι αποφάσισαν να υπερασπισθούν με τον καλύτερο τρόπο τα όνειρα του παιδιού τους και να φροντίσουν να του εξασφαλίσουν έναν από τους καλύτερους Έλληνες καλαθοσφαιριστές ως δάσκαλό του.
Εύγε σε όλους γι΄αυτό εδώ το μικρό ανθρώπινο θαύμα στο Καβούρι.
Ο Γκάλης, πριν τον Γκάλη
Aντιγράφουμε από το gate13.gr> Ο Τάκης γεννήθηκε στις 8 Οκτωβρίου το 1952. Ξεκίνησε το 1968 από τον Παναθηναικό και έπαιξε σερί 17 χρόνια μέχρι και το 1985 (όπου πήγε στον παοκ).
Χαρακτηριστική η μεγάλη κόμη του, που ανέμιζε σε κάθε καλάθι που σκόραρε. Εκλεισε την καριέρα του την σεζόν 1989-90 πάλι στον Παναθηναικό, με μια μεγαλειώδη νίκη στα 38 του, εναντίον του αρη του Νίκου Γκάλη (γιαννάκη-σούμποτιτς-Βράνκοβιτς) στον “Τάφο” με σκορ 77-62, πετυχαίνοντας 16 πόντους (5/9 δίποντα, 2/5 τρίποντα) με άξιους συμπαραστάτες τους Τζόουνς, Λιβέρη Ανδρίτσο και Δημήτρη Δημακόπουλο-θα γράψει στο σχετικό αφιέρωμα το gate13.gr.
Μάλιστα στην ρεβάνς εκείνου του αγώνα ο Τάκης στα 38 του, θα χρεωθεί με 3 φάουλ μέχρι το 12′ και αμέσως με 2 τεχνικές ποινές για διαμαρτυρία, αποβλήθηκε από τον αγώνα.
Σε έναν αγώνα, όπου στο πρώτο ημίχρονο κυριαρχούσαμε εμείς μέσα στην Θεσσαλονίκη (9-11, 25-25, 37-38, 48-49 ημίχρονο). Δείγμα του πόσο τον φοβόντουσαν, ακόμα και στα γεράματα.
Πρωταγωνίστησε σε όλους τους ελληνικούς και διεθνείς θριάμβους του ΠΑΟ εκείνα τα χρόνια. Στόν θρίαμβο επι της Βαρέζε με 78-70 το 1971-72 φτάνοντας στα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων, στην ιστορική νίκη επι της Ρεάλ 99-97 το 1983-84, στην νίκη επι της cska στον “Tάφο” με 87-83 το 1981-82 φτάνοντας στις 6 καλύτερες ομάδες της Ευρώπης, στις μεγαλειώδεις για εκείνα τα χρόνια προκρίσεις του Παναθηναικού με ασήμαντο μπάτζετ, σε τελικές φάσεις ευρωπαικών διοργανώσεων.
Στην Ελλάδα δεν είχε κανένα πρόβλημα. Ισως, πριν τον Γκάλη, ο καλύτερος οργανωτής παιχνιδιού και σκόρερ.
Αξεπέραστο δίδυμο με τον Κοκολάκη αρχικά και τον Ντέιβιντ Στεργάκο αργότερα, εκάναν μια χαψιά τις αντίπαλες ομάδες σχεδόν επι 2 δεκαετίες. Χαρισματικός σκόρερ, εύστοχος και πολύ έξυπνος παίχτης κατάφερε να αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο του Παναθηναικου για όσα χρόνια αγωνίστηκε. Δύσκολα μπορούσε να αντιμετωπιστεί, (εξ ου και οι σχεδόν 20 πόντοι μέσο όρο στους αγώνες του με τον Παναθηναικό) συνεχίζοντας την παράδοση του μεγάλου Χρήστου Κέφαλου στην θέση των πλέι-μέικερ.
Πρωταγωνιστής στο αξέχαστο μπαράζ της Κέρκυρας (1984) κερδίζοντας τον αρη του μεγάλου τότε Γκάλη, κατακτώντας τον τελευταίο πράσινο τίτλο για αυτόν και το τελευταίο πράσινο πρωτάθλημα πριν την καταιγίδα που ακολούθησε από το 1998 και μετά. Έπαιξε σε 3 τελικούς κυπέλλου με την φανέλα του ΠΑΟ κατακτώντας και τα 3 τρόπαια, εναντίον του γαύρου το 1979 (με 12 πόντους), εναντίον του μπαογκ το 1982 (με 10 πόντους) και εναντίον του γαύρου πάλι το 1983 πετυχαίνοντας 19 πόντους.
4ος σκόρερ την σεζόν 1983-84 με 607 πόντους, πίσω απο τον Απόστολο Κόντο (414) με 404 συμμετοχές με το τριφύλλι ,πετυχαίνοντας 7465 πόντους στην πράσινη μπασκετική ιστορία.
Συνολικά φόρεσε το εθνόσημο 151 φορές μόλις για 6 χρόνια και σκόραρε 1835 πόντους. Πέτυχε 33 πόντους με την εθνική εναντίον της Αιγύπτου στους Μεσογειακούς το 1979 στο Σπλίτ, όπου κατέκτησε και το χρυσό μετάλιο. Άλλους 30 έβαλε στην Τουρκία το 1978 στο Βαλκανικό.
Ο Τάκης εχει κατατήσει 11 πρωταθλήματα (1969, 1971, 1972, 1973, 1974, 1975, 1977, 1980, 1981, 1982 και 1984) και 3 κύπελλα (1979,1982,1983) όλα με το τριφύλλι στο στήθος. Μέλος της ένδοξης ομάδας με 5 συνεχόμενα πρωταθλήματα από το 1971 μεχρι και το 1975. Έχει κατακτήσει τα περισσότερα πρωταθλήματα στην Ελλάδα μαζί με τον Φραγκίσκο Αλβέρτη-από 11 ο καθένας.
Ο Τάκης, ο Στιβ και ο Άγγελος
19 Ιανουαρίου 1969. Σε ηλικία 17 ετών ο Τάκης Κορωναίος έκανε το «ντεμπούτο» του στην Α΄ Εθνική. Με αντίπαλο τον Ηρακλή στη Λεωφόρο (81-64) και είχε πετύχει μάλιστα ένα καλάθι. «Βενιαμίν» της ομάδας, με συμπαίκτες τον Κολοκυθά, τον Πολίτη, τον Πέππα, τον Χαϊκάλη, τον Κυρίτση, τον Ιορδανίδη, τον Μοσχούς, τον Χατζηγεωργίου και προπονητή τον Κώστα Μουρούζη. Μετά από ένα μήνα ακριβώς, έπαιξε εναντίον του Σπόρτιγκ στα Πατήσια και αυτοί οι δύο αγώνες ήταν όλοι κι όλοι στο ενεργητικό του την περίοδο 1968-69. Από την επόμενη περίοδο είχε ανελλιπή παρουσία.
Όταν αναφέρεσαι στον Τάκη Κορωναίο, αυτόματα στο μυαλό έρχεται και ο έτερος Καπαδόκης, ο Στιβ Γιατζόγλου. Και το αντίθετο. Βίοι παράλληλοι με τις ομάδες τους, αλλά και με το εθνόσημο στη φανέλα, ήταν το δημοφιλέστερο δίδυμο της εποχής.Ανατρέχοντας στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και στην ημερομηνία ορόσημο στην καριέρα του «Ντόριαν Γκρέϊ» του ελληνικού μπάσκετ, τρεις μέρες νωρίτερα είχε τη δική του επέτειο ο Στιβ Γιατζόγλου. Στις 16 Ιανουαρίου του 1972 πρωτόπαιξε στο ελληνικό πρωτάθλημα, με αντίπαλο τη ΧΑΝΘ στη Θεσσαλονίκη. Ο Ολυμπιακός έχασε (70-47) και ο Στιβ είχε πετύχει 16 πόντους. Προπονητής του ήταν ο Νίκος Μήλας, που τον έπεισε στην Αμερική να παίξει στην Ελλάδα και στην ομάδα τότε ήταν τότε και άλλοι δύο Ελληνοαμερικανοί, ο Τζιμ Μαχαίρας και ο Τζιμ Ρέττος.
Ο Τάκης Κορωναίος και ο Στιβ Γιατζόγλου συναντήθηκαν για πρώτη φορά στις 21 Ιουνίου του ’72 στο γήπεδο της Γλυφάδας. Ήταν ο αγώνας του β΄ γύρου, και ο Ολυμπιακός νίκησε με 71-65. Ο Στιβ σημείωσε 24 πόντους και ο Τάκης 15, ο οποίος πήρε τη ρεβάνς στον αξέχαστο (μήνα Ιούλιο με καύσωνα) αγώνα μπαράζ στον Σπόρτιγκ, όπου ο Παναθηναϊκός επικράτησε με 70-56. Ο Κορωναίος πέτυχε 22 πόντους και ο Γιατζόγλου 19. Σ’ αυτούς τους δύο αγώνες πρωτοσυστήθηκαν και έδωσαν ραντεβού μετά από δύο χρόνια, όταν θα επέστρεφε από την Αμερική ο Τάκης Κορωναίος.
Εκτοτε, από το ’75 και μετά, οι «κόντρες» τους μέσα στο γήπεδο ήταν ομηρικές. Γιατί έξω απ’ αυτό τους συνέδεε μεγάλη φιλία και ο ένας αναγνώριζε την αξία του άλλου. Ήταν άλλωστε οι πιο δημοφιλείς παίκτες της εποχής και βρίσκονταν μονίμως στο στόχαστρο των οπαδών, που προσπαθούσαν να τους επηρεάσουν.
Οι «Διόσκουροι» αποτελούσαν το βαρόμετρο στην απόδοση των «αιωνίων» και το χαρακτηριστικό είναι ότι όποιος σημείωνε περισσότερους πόντους, κέρδιζε (συνήθως) και η ομάδα του.
Συνολικά βρέθηκαν αντίπαλοι 24 φορές στο πρωτάθλημα με τα χρώματα των «αιωνίων» (13-11 νίκες υπέρ του Κορωναίου) και άλλες δύο φορές, όταν ο Γιατζόγλου φόρεσε τη φανέλα του ΠΑΟΚ (από μία νίκη).
Στις μεταξύ τους 26 συναντήσεις, ο Στιβ πέτυχε 445 πόντους και ο Τάκης 409. Επίσης, ο Γιατζόγλου ως προπονητής του Ολυμπιακού και του Σπόρτιγκ, αντιμετώπισε τον Κορωναίο ως παίκτη του Πανιωνίου και του Παναθηναϊκού.