Θα περίμενε κανείς καλύτερο κατευόδιο για τη θρυλική γεροντάρα. Οι καιροί ου μενετοί, όμως. Στο μεταξύ, τα δισεκατομμύρια άντρες που έχουν δώσει τη ζωή τους στα πεδία των μαχών, εδώ και 2500 χρόνια Ιστορίας, περιμένουν κι αυτοί οι καψεροί μια κάποια συμπερίληψη.
Γράφει Το Παλτό
Αν θέλει να συνοψίσει κανείς την τελευταία ταινία του Ιντιάνα Τζόουνς, ως ιδεολόγημα, αρκεί μια σκηνή, προς το φινάλε: Η συμπρωταγωνίστρια του Ίντυ, του σκάει μια βίαιη γροθιά στο σαγόνι κραυγάζοντας, περίπου θριαμβευτικά, “Me Too!”
Το γεγονός ότι η τελευταία ταινία του ιστοριοδίφη αρχαιολόγου έχει τόσες σκηνές καταδίωξης, όσα όλα τα υπόλοιπα Ιντιάνα Τζόουνς μαζί, έναν άνοο καταιγισμό χλαπαταγής, όμοιο με το cinematic universe των γνωστών κόμικ, έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Το γεγονός ότι η θρυλική γεροντάρα άξιζε σίγουρα ένα πιο αρμόζoν κατευόδιο, μόνο και μόνο, έστω, χάρη στα δισεκατομμύρια που έχει φέρει στα στούντιο, είναι σίγουρο. Είναι μια ταινία τόσο ξέχειλη σε CGI και κασκαντεριλικία, που το μόνο που απομένει στον Χάρισον τον Φορντ είναι μερικά σκόρπια, close up πλάνα. Δεν φτάνουν.
Όμως, κι αυτό έπεται. Το κυρίαρχο, εδώ, είναι το ιδεολόγημα -με το στανιό- που διαπνέει την ταινία.
Υπήρξαν και σε άλλες ταινίες του Ιντιάνα δυναμικά θηλυκά, δηλωτικά παράλληλα του φύλου τους, ήτοι θήλυ. Στην τελευταία ταινία, συμβατή ως προς το πνεύμα του gender fluidity, η γυναικοφανής συμπρωταγωνίστρια είναι τόσο, μα τόσο δυναμική -σαδιστικά, κάποιες φορές- που η παρουσία της δείχνει άκομψα την πόρτα της εξόδου στον ηλικιωμένο Τζόουνς, ο οποίος επιβάλλεται να φαντάζει, όσο δεν παίρνει, απομεινάρι μιας άλλης εποχής.
Υπήρξαν και σε άλλες ταινίες του Ιντιάνα μικρομέγαλα παιδιά -από αυτά που έγραφαν παλιά ότι “κλέβουν την παράσταση”. Στο Ναό του Χαμένου Θησαυρού, φερειπείν, ο ασιατικής καταγωγής Σπόρος. Λέγεται ότι μπήκε στην ταινία για να στηρίξει το ανύπαρκτο υποκριτικό βάθος της συμπρωταγωνίστριας Κέιτ Κάπσοου, μέλλουσας κυρίας Σπίλμπεργκ, η οποία από τότε που τον στεφανώθηκε, ασχολήθηκε, λίγο πολύ, με τα οικιακά.
Αλλά ο θρυλικός Σπόρος ήταν καταφανώς παιδί, χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Στην τελευταία ταινία, ήδη από το πρώτο χνούδι, που τόσο επιδεικτικά δεσπόζει στα μάγουλα του Τέντυ, το “παιδί” είναι εκ προοιμίου αμφίσημο ως προς το φύλο του, με ροπή περισσότερο κι από το androgynous, προς το ασέξουαλ.
Την μόνη υποψία ερωτισμού, υπόμνηση περισσότερο, πρόσφεραν σε μια σκηνή, μόνο οι ακκισμοί δύο ηλικιωμένων, του Φορντ και της Κάρεν Άλλεν. Όπως έλεγε και ο μακαρίτης ο Γιωσαφάτ: “Πλέον το ιατρείο μου κατακλύζεται από δεκατετράχρονα που μου παραπονιούνται ότι υποφέρουν από ανηδονία”.
Η δε επικεφαλής πράκτωρ της CIA τυγχάνει αφρο-αμερικανή, ενώ η ταινία διαδραματίζεται στη δεκαετία του ’60. Την εποχή, δηλαδή, που θέριζαν τους Κένεντυ σαν τα κοτόπουλα και είναι παγκοίνως γνωστό ότι στην αμερικανική κοινωνία έβριθαν οι αφροαμερικανοί σε θέσεις ευθύνης.
Κοντολογίς, είναι ένα σενάριο που μοιάζει να γράφτηκε για να κάνει tick σε μια σειρά από προαπαιτούμενα boxes του συρμού. Κολάζει την πατριαρχία, δοξάζει την συμπερίληψη (αυτά είναι του συρμού), αλλά την ίδια στιγμή είναι απολύτως ok να κάνει ρατσιστικά αστεία με τους Γερμανούς (πάντως γέλασε όλος ο “σινεμάς”, όπως τον έλεγε κι ο παππούς της μιας υπόστασης του Παλτού).
Σαν τα τηλεοπτικά αστυνομικά procedurals του itv στη Βρετανία, όπου γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι κάποιος εκ των πρώτων ρόλων θα είναι b.a.m.e., κάποιος στην οικογένεια του πρωταγωνιστή θα είναι queer και κάποια στιγμή, στο αστυνομικό τμήμα, σε δουλειά γραφείου, θα εμφανιστεί ένα ένστολο όργανο εμφανώς α.μ.ε.α. Αυτό, όμως, δεν είναι τηλεοπτική σειρά, είναι πολιτική. Είναι ένα δημιούργημα στρατευμένο. Συνήθως, δε, κάπως συμβαίνει και είναι και κάτι που επιεικώς δεν βλέπεται.
Ο Δίσκος της Συμπερίληψης, του τελευταία Ιντιάνα Τζόουνς, δεν είναι ο μόνος που κόλλησε. Πάρτε για παράδειγμα το Υποσχόμενη Νέα Γυναίκα με την Κάρι την Μάλιγκαν. Στο δεύτερο μέρος της, αυτή η ταινία, είναι ένα απλοϊκό θρίλερ εκδίκησης. Στο πρώτο, όμως, μέρος είναι μια φεστιβιτέ μισανδρισμού. Η πρωταγωνίστρια σε κατά συρροή βραδινές εξόδους υποδύεται την έως αναισθησίας μεθυσμένη και οι “τζέντλεμεν” που προσφέρονται να τη συνοδεύσουν στο σπίτι, καταλήγουν να την εκμεταλλεύονται. Όλοι μα όλοι! What are the chances? που θα έλεγαν και στο χωριό της Μάλιγκαν. Άσχετα με τη σαθρή σεναριακή αφορμή που η πρωταγωνίστρια υποδύεται την μεθυσμένη, άσχετα με το κακό, πολύ κακό τέλος που περιμένει τους εκμεταλλευτές της, η υπεραπλουστευμένη γενίκευση συνίσταται στο άντρες=βιαστές, ή έστω άντρες=γουρούνια.
Υπάρχει μια σεναριακή αβαρία προς το τέλος του Ιντιάνα που λειτουργεί ως υπενθύμιση -για να αποφευχθεί το επάρατο σπόιλερ- για το ότι εδώ και χιλιετίες Ιστορίας στα πεδία των μαχών μακελεύονται αποκλειστικά άντρες. Ενώ, συνήθως, οι γυναίκες μαζί με τα παιδιά συνοψίζονται στον όρο συνώνυμο του ανίσχυρου, του άξιου υπεράσπισης, μαζί με τα πατρώα εδάφη και, κάποτε κάποτε,την θρησκεία. Ο όρος αυτός είναι συλλήβδην “γυναικόπαιδα”. Εδώ και 2500 χρόνια καταγεγραμμένης Ιστορίας, στα πεδία των μαχών, έχουν θυσιαστεί δισεκατομμύρια ανδρών. Εύλογη η απορία τι είδους αρρενωπότητα χρειάστηκε να επιδείξουν αυτοί οι καψεροί: Τοξική, καλοήθη ή έτερη; Και εν πάσει περιπτώσει, πόσες χιλιάδες ακόμη χρόνια θα περιμένουν κι αυτοί για λίγη συμπερίληψη;